Κοινοποίηση

Κωσταράζι, το χωριό που εξαφάνισαν οι Γερμανοί επειδή θεώρησαν τον μυλωνά συνεργάτη των ανταρτών.

Το Κωσταράζι είναι ένας οικισμός χτισμένος στα ΒΑ του Ν. Καστοριάς. Κατοικείται από εντόπιους Έλληνες, φιλειρηνικούς ανθρώπους, που πάντα ασχαλούνταν με την γεωργία και κυρίως την κτηνοτροφία. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος τους έπληξε από την αρχή του ακόμα, γνωρίζοντας τη βαρβαρότητα των Ιταλών και αργότερα των Γερμανών κατακτητών.

Κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις τους οι Γερμανοί, για να επιβάλλουν αντίποινα, στράφηκαν εναντίον μικρών και μεγάλων οικισμών, στους οποίους είτε είχαν δημιουργηθεί πυρήνες αντίστασης, είτε παρείχαν υποστήριξη στους αντιστασιακούς (αντάρτες). Ένας τέτοιος οικισμός λοιπόν, ήταν και το Κωσταράζι. Η καταστροφή του τελέστηκε στις 12 και 13 Απριλίου 1944.

Είχε προηγηθεί μια επιδρομή των Γερμανών κατά τον Ιούλιο του 1943, επειδή υπήρχε η υποψία ότι οι κάτοικοι του Κωσταραζίου βοηθούσαν με κάθε τρόπο αντάρτες. Θύμα αυτής της επιδρομής υπήρξε ο Άνθιμος Γαλάνης, ο ιερέας του χωριού. Θεωρήθηκε από τους Γερμανούς ότι υπέθαλπτε αντάρτες και μετά από την σχετική ανάκριση που προέβη άκαρπη τον πυροβόλησαν εξ’ επαφής κάτω από το σαγόνι και η σφαίρα βγήκε πάνω από το κρανίο του. Στη συνέχεια πυρπόλησαν και το σπίτι του. Ήταν το πρώτο σπίτι που κάηκε στο Κωσταράζι.

Κι ερχόμαστε στη μοιραία μέρα της Μ. Τετάρτης της 12ης Απριλίου της επόμενης χρονιάς, δηλαδή του 1944.

Η αιτία για την καταστροφή ήταν ότι το προηγούμενο διάστημα, στο Γερμανικό Φρουραρχείο Καστοριάς είχε φτάσει η πληροφορία ότι ο Δημήτρης Γάβρος και ο συνάδελφός του, μυλωνάδες στο επάγγελμα, είχαν παραχωρήσει τη μπαταρία του μύλου τους στους αντάρτες για τις ανάγκες της λειτουργίας του ασυρμάτου των τελευταίων. Οι Γερμανοί είχαν στοιχεία μόνο για το πρόσωπο του Γάβρου χωρίς να γνωρίζουν τον έτερο μυλωνά Ανδρέα Μότσιο, οπότε και στράφηκαν μόνο εναντίον του. Στην επιχείρηση που στήθηκε πρωτοστάτησε ο επιτελικός Λοχίας της Στρατιωτικής Χωροφυλακής του Φρουραρχείου Καστοριάς, Μίχαελ Έμπερ ή Έμπνα (Michael Ebner). Η δύναμή του αποτελούνταν από 200 Γερμανούς στρατιώτες και 50 κομιτατζήδες. Ερχόμενοι από το Αμύνταιο, κατευθύνθηκαν στο Κωσταράζι, με την διαταγή να συλλάβουν και να μεταφέρουν τον Γάβρο νεκρό ή ζωντανό στο Φρουραρχείο. Μόλις κάποιοι κτηνοτρόφοι που έβοσκαν τα ζώα τους σε πλαγιές έξω από το χωριό αντιλήφθηκαν τις κινήσεις των Γερμανών, ειδοποίησαν τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι προσπάθησαν να ξεφύγουν και να κρυφτούν στα γύρω δάση για να σωθούν. Βλέποντάς τους οι Γερμανοί, που είχαν καταλάβει το ύψωμα Σκάλα και τη θέση Ρόβια, άνοιξαν πυρ πυροβολώντας αδιακρίτως και σκοτώνοντας ένα δωδεκάχρονο αγόρι που βρέθηκε στην εμβέλειά τους. Στη συνέχεια, συγκέντρωσαν όσους είχαν παραμείνει στο χωριό ή που δεν είχαν προλάβει να διαφύγουν και απαίτησαν από αυτούς να φροντίσουν για την άμεση επιστροφή όλων των διαφυγόντων, και το αντάλλαγμα ήταν η ασφάλεια και η μη επιβολή ποινής σ’ αυτούς. Γι’ αυτό το λόγο, ό ίδιος ο Έμπνερ έστειλε έναν κάτοικο, τον Δημήτριο Τσιτσίνα στο βουνό να μεταφέρει το μήνυμα, αφού τον έντυσε στα λευκά. Έτσι, επέστρεψαν οι κάτοικοι πίσω στο χωριό, όμως ανάμεσά τους δεν ήταν ο μυλωνάς Δημήτρης Γάβρος. Έτσι ο Έμπνερ έστειλε τη σύζυγό τους, επίσης ντυμένη στα λευκά να τον αναζητήσει, όπως και έγινε και κατέβηκε ο μυλωνάς στο χωριό. Εκεί, συνελήφθη άμεσα και ο Έμπνερ τον μετέφερε στο μύλο του, όπου και τον κακοποίησε βάναυσα. Στην επιστροφή του τον υπέβαλλε σε ψυχολογικό μαρτύριο, υποχρεώνοντάς τον να μαζεύει τα αυγά από όσα σπίτια περνούσαν. Κατόπιν, στη θέση Ζολώτα τον σκότωσε εν ψυχρώ μπροστά σε όλους τους συγχωριανούς του, πυροβολώντας τον στο πίσω μέρος του κεφαλιού του. Πέφτοντας ο Γάβρος κατρακύλησε σε μια χαράδρα, όπου εκεί ο Έμπνερ του έδωσε την χαριστική βολή. Παράλληλα, το χωριό προσέγγιζε μία φάλαγγα Γερμανών, που όμως είδε στον ουρανό το σημάδι των 3 φωτοβολίδων. Τους έδειξε ότι δεν υπήρχε κίνδυνος και δεν ήταν απαραίτητο να μεταβούν άμεσα εκεί. Έτσι, όλοι στρατοπέδευσαν όπου βρίσκονταν ως την επόμενη μέρα.

Την επόμενη μέρα, 13 Απριλίου και Μ. Πέμπτη, έφτασε η μονάδα των SS από την Σιάτιστα Κοζάνης, και ο αρχιλοχίας τους μέσω του διερμηνέα τους συγκέντρωσε όλους τους κατοίκους του χωριού στη θέση «στου Μπέλ’ την Γκορτσιά». Εκεί ξεχώρισε και συνέλαβε όλους τους άνδρες- 78 στον αριθμό, με σκοπό να τους εκτελέσει επί τόπου. Άμεσα στήθηκαν τα πολυβόλα, αλλά εδώ η διαμεσολάβηση του Έμπνερ υπήρξε προς τιμήν του καίρια, διαβεβαιώνοντας τα SS ότι δεν επρόκειτο ούτε για επικίνδυνους ούτε για αντάρτες. Κι έτσι διέφυγαν την εκτέλεση. Όμως οι άνδρες δεν ελευθερώθηκαν, παρά μεταβιβάστηκαν στα φορτηγά και μεταφέρθηκαν στις φυλακές Καστοριάς, όπου και παραδόθηκαν στα χέρια των στρατιωτών της Βέρμαχτ.

Επειδή κάποιοι ηλικιωμένοι παράκουσαν την εντολή των SS να συγκεντρωθούν στην πλατεία και παρέμειναν στα σπίτια τους, εκτελέστηκαν επί τόπου, μαζί με δύο νήπια που βρίσκονταν μαζί τους. Κατά την αποχώρησή της, η μονάδα των SS πυρπόλησε το χωριό καίγοντάς το ολοκληρωτικά. Μετά την πάροδο κάποιων ημερών, απελευθερώθηκαν οι άνδρες του Κωσταραζίου και μετέβησαν στον τόπο τους μόνο και μόνο για να βρουν έρημη, καμένη γη. Παράλληλα, είχε δοθεί η εντολή, να μην ξαναχτιστεί το χωριό για να μην κατοικηθεί πια. Και οι κάτοικοί του, απομείναντες χωρίς καθόλου υπάρχοντα, και με τις λίγες προμήθειες που τους είχε δώσει ο Ερυθρός Σταυρός να έχουν τελειώσει πολύ σύντομα, αναγκάστηκαν να μεταβούν και να ζήσουν σε άλλα χωριά της περιοχής, όπως το Μαυροχώρι, η Μηλίτσα και οι Αμπελόκηποι.

Ο απολογισμός των υλικών ζημιών της πυρπόλησης ήταν η ολοκληρωτική καταστροφή 263 οικειών έναντι 14 διασωθέντων με μικρές υλικές ζημίες. 277 οικογένειες έχασαν το σπιτικό τους. Αυτές ήταν μόνο οι υλικές. Η απώλειες σε ανθρώπινες ζωές ήταν συγκεκριμένα:

 

Μαλαματή Μπίτια           ετών 90

Δημήτριος Τσούγκος       ετών 73

Ιωάννης Νατσούλης        ετών 70

Δημήτριος Γάβρος           ετών 54

Νικόλαος Τσώκος            ετών 12

Αικατερίνη Βλάχου          ετών 6

Αδάμ Παντελής                ετών 4

 

Μεταπολεμικά, οι κάτοικοι επέστρεψαν και έχτισαν νέο χωριό σε απόσταση μικρή από το παλαιό, το πυρπολημένο, του οποίου τα ερείπια στέκουν ακόμα, φαντάσματα του παρελθόντος, να θυμίζουν καιρούς χαλεπούς και μνήμες χαραγμένες με μαύρα γράμματα στην ιστορία του.

Το Κωσταράζι ανακυρήχθηκε Μαρτυρικό Χωριό το Μάιο του 2017.

ΔΕΛΤΙΟ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ
Κοινοποίηση

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.